Deafheaven - Sunbather (2013)
[Deathwish]
Πρώτη δημοσίεύση στο Sawbiz.gr
Οι Deafheaven από το San Francisco ανακατεύουν το black metal των Emperor και των Mayhem με το post-rock των Explosions in the Sky. Με έναν τρόπο όμως που μάλλον είναι πολύ light για τους σκληροπυρηνικούς του ακραίου ήχου αλλά και ακραίος για αυτούς που λατρεύουν τα μελωδικά ηχοτοπία που δημιουργούν post - rock μπάντες με κύρια επιρροή τους Τεξανούς. Από την άλλη, οι Deafheaven που φέτος κυκλοφόρησαν το 2ο album τους, φαίνεται να κερδίζουν τους πιο ανοιχτόμυαλους και από τα 2 είδη, ενώ έχουν κιόλας κερδίσει την προσοχή από αρκετά mainstream media, όπως το Pitchfork. Οι ίδιοι δεν πρέπει μάλλον να αισθάνονται αιρετικοί, αφού στις μέρες μας, το να χεις στην δισκοθήκη...ε...θέλω να πω στο music folder σου, albums των Pulp, των Smiths (αμφότεροι επιρροές των Deafheaven, όπως οι ίδιοι έχουν δηλώσει), μαζί με αυτά των Mayhem ή των Darkthrone, δεν είναι δα και εξωφρενικό...
Στο “Sunbather” τα προαναφερθέντα δυο μουσικά είδη, ανακατεύονται με πολύ όμορφο τρόπο και τα blastbeats ακολουθούν τα ταξιδιάρικα, shoegaze κιθαριστικά μέρη και αντίστροφα, ενώ τα φωνητικά του George Clarke είναι ξεκάθαρα black metal. Η παραγωγή του album είναι άψογη, απέχοντας παρασάγγας από την λογική του ψυχρού, lo-fi ήχου και την κασσετολαγνεία που διακατέχει το λεγόμενο New Wave Of American Black Metal. Έτσι το πορτοκαλί-ροζ εξώφυλλο, αν και όχι ότι πιο συνηθισμένο για black metal album, ταιριάζει απόλυτα με τον ήχο, που βγαίνει ζεστός και οικείος.
Από το εναρκτήριο Dream House, μέσα στα 9 λεπτά που διαρκεί, οι Deafheaven μας δίνουν όλα τα χαρακτηριστικά του album. Από τον καταιγισμό του ξεκινήματος στο Explosion-est (sic) δεύτερο μέρος του, που θαρρείς και βγήκε από το “Those Who Tell the Truth Shall Die...”. Γενικά η μπάντα αρέσκεται στο να “τραβάει” σε διάρκεια τις συνθέσεις της, όπως το ομώνυμο ή το σχεδόν 15λεπτο Vertigo, ενώ κάποια κομμάτια που έχουν ρόλο μάλλον μεταβατικό, με διάρκειες από 3 μέχρι 6 λεπτά, εμφανίζονται να έχουν μια αρκετά πιο πειραματική διάθεση, όπως το Please Remember, στο οποίο έχουμε και μια εκλεκτή συμμετοχή, αυτή του Stephane “Neige” Paut των Γάλλων Alcest, της μπάντας δηλαδή που είναι υπεύθυνη για όλο αυτό το κίνημα που συχνά αποκαλούμε blackgaze.
Το Windows που ακολουθεί είναι εντελώς post-rock και αποτελεί την γαλήνη πριν την καταιγίδα που ονομάζεται The Pecan Tree. Οι αθεόφοβοι ξεκινούν με blastbeats και στο 1.23 μόλις, σου πετάνε ένα ριφάκι που μοιάζει να χει ξεφύγει από το ζαχαρένιο shoegaze κόσμο του “Loveless” των My Bloody Valentine (εννοείται ότι θα τους έχουν επιρροή) και το album κλείνει με ένα μελωδικό κιθαριστικό κρεσέντο που φεύγει σιγά σιγά, δείχνοντας ότι θα μπορούσε να διαρκέσει για πολύ ακόμη.
Το αστείο είναι, ότι παρόλο που μιλάμε για μια μπάντα που χρησιμοποιεί αυτούσιες δομές του ακραίου ήχου, απευθύνεται σε ένα πολύ μεγάλο εύρος ακροατών, που ξεκινά από τους (λιγότερο σκληροπυρηνικούς) metallers για να φτάσει στα indie kids. Μια μπάντα που κερδίζει θετικές κριτικές συνεχώς και φέρνει τον ήχο σε άτομα που μέχρι σήμερα δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι θα ακούσουν τέτοιους ήχους. Είναι άραγε τόσο δυνατό το hype ή οι Deafheaven τόσο ταλαντούχοι; Από αυτά που βλέπω στην σημερινή παγκόσμια κοινωνία της κρίσης και κυρίως το πόσο εύκολα επιτυγχάνεται η χειραγώγηση του ατόμου, ακόμα και σε σημαντικότερα της μουσικής ζητήματα, κλείνω προς την πρώτη εκδοχή· αλλά για να μην αδικήσω τους Deafheaven που βρίσκονται μόλις στο 2ο album τους και επιχειρούν κάτι αρκετά διαφορετικό, θα περιμένω.
[Deathwish]
Πρώτη δημοσίεύση στο Sawbiz.gr
Οι Deafheaven από το San Francisco ανακατεύουν το black metal των Emperor και των Mayhem με το post-rock των Explosions in the Sky. Με έναν τρόπο όμως που μάλλον είναι πολύ light για τους σκληροπυρηνικούς του ακραίου ήχου αλλά και ακραίος για αυτούς που λατρεύουν τα μελωδικά ηχοτοπία που δημιουργούν post - rock μπάντες με κύρια επιρροή τους Τεξανούς. Από την άλλη, οι Deafheaven που φέτος κυκλοφόρησαν το 2ο album τους, φαίνεται να κερδίζουν τους πιο ανοιχτόμυαλους και από τα 2 είδη, ενώ έχουν κιόλας κερδίσει την προσοχή από αρκετά mainstream media, όπως το Pitchfork. Οι ίδιοι δεν πρέπει μάλλον να αισθάνονται αιρετικοί, αφού στις μέρες μας, το να χεις στην δισκοθήκη...ε...θέλω να πω στο music folder σου, albums των Pulp, των Smiths (αμφότεροι επιρροές των Deafheaven, όπως οι ίδιοι έχουν δηλώσει), μαζί με αυτά των Mayhem ή των Darkthrone, δεν είναι δα και εξωφρενικό...
Στο “Sunbather” τα προαναφερθέντα δυο μουσικά είδη, ανακατεύονται με πολύ όμορφο τρόπο και τα blastbeats ακολουθούν τα ταξιδιάρικα, shoegaze κιθαριστικά μέρη και αντίστροφα, ενώ τα φωνητικά του George Clarke είναι ξεκάθαρα black metal. Η παραγωγή του album είναι άψογη, απέχοντας παρασάγγας από την λογική του ψυχρού, lo-fi ήχου και την κασσετολαγνεία που διακατέχει το λεγόμενο New Wave Of American Black Metal. Έτσι το πορτοκαλί-ροζ εξώφυλλο, αν και όχι ότι πιο συνηθισμένο για black metal album, ταιριάζει απόλυτα με τον ήχο, που βγαίνει ζεστός και οικείος.
Από το εναρκτήριο Dream House, μέσα στα 9 λεπτά που διαρκεί, οι Deafheaven μας δίνουν όλα τα χαρακτηριστικά του album. Από τον καταιγισμό του ξεκινήματος στο Explosion-est (sic) δεύτερο μέρος του, που θαρρείς και βγήκε από το “Those Who Tell the Truth Shall Die...”. Γενικά η μπάντα αρέσκεται στο να “τραβάει” σε διάρκεια τις συνθέσεις της, όπως το ομώνυμο ή το σχεδόν 15λεπτο Vertigo, ενώ κάποια κομμάτια που έχουν ρόλο μάλλον μεταβατικό, με διάρκειες από 3 μέχρι 6 λεπτά, εμφανίζονται να έχουν μια αρκετά πιο πειραματική διάθεση, όπως το Please Remember, στο οποίο έχουμε και μια εκλεκτή συμμετοχή, αυτή του Stephane “Neige” Paut των Γάλλων Alcest, της μπάντας δηλαδή που είναι υπεύθυνη για όλο αυτό το κίνημα που συχνά αποκαλούμε blackgaze.
Το Windows που ακολουθεί είναι εντελώς post-rock και αποτελεί την γαλήνη πριν την καταιγίδα που ονομάζεται The Pecan Tree. Οι αθεόφοβοι ξεκινούν με blastbeats και στο 1.23 μόλις, σου πετάνε ένα ριφάκι που μοιάζει να χει ξεφύγει από το ζαχαρένιο shoegaze κόσμο του “Loveless” των My Bloody Valentine (εννοείται ότι θα τους έχουν επιρροή) και το album κλείνει με ένα μελωδικό κιθαριστικό κρεσέντο που φεύγει σιγά σιγά, δείχνοντας ότι θα μπορούσε να διαρκέσει για πολύ ακόμη.
Το αστείο είναι, ότι παρόλο που μιλάμε για μια μπάντα που χρησιμοποιεί αυτούσιες δομές του ακραίου ήχου, απευθύνεται σε ένα πολύ μεγάλο εύρος ακροατών, που ξεκινά από τους (λιγότερο σκληροπυρηνικούς) metallers για να φτάσει στα indie kids. Μια μπάντα που κερδίζει θετικές κριτικές συνεχώς και φέρνει τον ήχο σε άτομα που μέχρι σήμερα δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι θα ακούσουν τέτοιους ήχους. Είναι άραγε τόσο δυνατό το hype ή οι Deafheaven τόσο ταλαντούχοι; Από αυτά που βλέπω στην σημερινή παγκόσμια κοινωνία της κρίσης και κυρίως το πόσο εύκολα επιτυγχάνεται η χειραγώγηση του ατόμου, ακόμα και σε σημαντικότερα της μουσικής ζητήματα, κλείνω προς την πρώτη εκδοχή· αλλά για να μην αδικήσω τους Deafheaven που βρίσκονται μόλις στο 2ο album τους και επιχειρούν κάτι αρκετά διαφορετικό, θα περιμένω.