Cul De Sac – Ecim (1991)
[Northeastern]
Οι Cul De Sac είναι ίσως η μπάντα που θα έπρεπε να είναι οι σημαιοφόροι σε μια φανταστική παρέλαση των συγκροτημάτων του Post-rock. Παρ' όλες τις αντιρρήσεις του Glenn Jones(κιθαρίστας και ηγετική μορφή του group), ο ήχος που παρουσίασαν στο ντεμπούτο τους “Ecim” (αναγραμματισμός του mice) συγκεντρώνει πολλά από τα στοιχεία που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του είδους. Kraut-rock ρυθμοί, επιρροές από jazz, space rock, ψυχεδέλεια και folk, θόρυβος , απουσία συγκεκριμένων δομών .
Η κιθάρα είναι το βασικότερο στοιχείο στο album, καθώς και το μεγάλο του ατού. Ο Glenn Jones χρησιμοποιεί από την παλέτα του όσα περισσότερα χρώματα μπορεί. Είτε post-punk ή kraut, είτε folk και American Primitivism (μουσικό είδος των τελών των 60s, με avant-garde, νεοκλασσικές συνθέσεις που χρησιμοποιούσαν fingerpicking τεχνικές στην κιθάρα όπως είχαν χρησιμοποιηθεί στα παραδοσιακά blues, χωρίς όμως να συνοδεύονται από φωνητικά. Οι Cul De Sac εξάλλου το 1997 συνεργάστηκαν με τον John Fahey(πρωτοπόρο και ουσιαστικά θεμελιωτή του είδους αυτού), κυκλοφορώντας το “The Epiphany of Glenn Jones”.
Το “Ecim” είναι πολυσυλλεκτικό. Στο εναρκτήριο kraut-rock του Death Kit Train είναι μια δίνη όπου οι Can και το post-punk συναντιούνται ενώ στροβιλίζονται πάνω στο μπάσο ξυσίματα κιθάρας και ηλεκτρονικός θόρυβος. Το The moon scolds the morning star που ακολουθεί είναι η ηρεμία μετά την καταιγίδα. Space folk με την μελωδία να προσανατολίζεται ανατολικά σε μια αρκετά παράξενη σύνθεση. Γενικά τα κομμάτια έχουν μια 70s prog αύρα, είτε ακούγονται σαν τους Can ή τους Faust, είτε σαν τους Sonic Youth και τους Pere Ubu είτε στους μελωδικούς Fahey-ικούς αυτοσχεδιασμούς του Jones. Οι αντιθέσεις του album, οι εικονοκλαστική αντίληψη των δημιουργών του και η εν γένει επιθυμία τους να υπερβούν τις επιρροές τους και τις παραδόσεις , να προοδεύσουν κρατώντας την ταυτότητα τους, δίνουν μια ιδιαίτερη δυναμική στο “Ecim” και το καθιστούν ξεχωριστό.
Album σαν το “Ecim” που δεν έχουν καμία σχέση με τον σημερινό εφησυχασμό και την στασιμότητα του post-rock, μας υπενθυμίζουν ότι το κίνημα αυτό στηρίχτηκε σε album καινοτόμα και πειραματικά, με ζήλο για την εξέλιξη και την διαφορετικότητα. Ισως αν δεν υπήρχε η μεγαλη σκια του Spiderland των Slint την ιδια χρονια το album να ειχε μεγαλυτερη αναγνωρισιμότητα σημερα.
[Northeastern]
Οι Cul De Sac είναι ίσως η μπάντα που θα έπρεπε να είναι οι σημαιοφόροι σε μια φανταστική παρέλαση των συγκροτημάτων του Post-rock. Παρ' όλες τις αντιρρήσεις του Glenn Jones(κιθαρίστας και ηγετική μορφή του group), ο ήχος που παρουσίασαν στο ντεμπούτο τους “Ecim” (αναγραμματισμός του mice) συγκεντρώνει πολλά από τα στοιχεία που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του είδους. Kraut-rock ρυθμοί, επιρροές από jazz, space rock, ψυχεδέλεια και folk, θόρυβος , απουσία συγκεκριμένων δομών .
Η κιθάρα είναι το βασικότερο στοιχείο στο album, καθώς και το μεγάλο του ατού. Ο Glenn Jones χρησιμοποιεί από την παλέτα του όσα περισσότερα χρώματα μπορεί. Είτε post-punk ή kraut, είτε folk και American Primitivism (μουσικό είδος των τελών των 60s, με avant-garde, νεοκλασσικές συνθέσεις που χρησιμοποιούσαν fingerpicking τεχνικές στην κιθάρα όπως είχαν χρησιμοποιηθεί στα παραδοσιακά blues, χωρίς όμως να συνοδεύονται από φωνητικά. Οι Cul De Sac εξάλλου το 1997 συνεργάστηκαν με τον John Fahey(πρωτοπόρο και ουσιαστικά θεμελιωτή του είδους αυτού), κυκλοφορώντας το “The Epiphany of Glenn Jones”.
Το “Ecim” είναι πολυσυλλεκτικό. Στο εναρκτήριο kraut-rock του Death Kit Train είναι μια δίνη όπου οι Can και το post-punk συναντιούνται ενώ στροβιλίζονται πάνω στο μπάσο ξυσίματα κιθάρας και ηλεκτρονικός θόρυβος. Το The moon scolds the morning star που ακολουθεί είναι η ηρεμία μετά την καταιγίδα. Space folk με την μελωδία να προσανατολίζεται ανατολικά σε μια αρκετά παράξενη σύνθεση. Γενικά τα κομμάτια έχουν μια 70s prog αύρα, είτε ακούγονται σαν τους Can ή τους Faust, είτε σαν τους Sonic Youth και τους Pere Ubu είτε στους μελωδικούς Fahey-ικούς αυτοσχεδιασμούς του Jones. Οι αντιθέσεις του album, οι εικονοκλαστική αντίληψη των δημιουργών του και η εν γένει επιθυμία τους να υπερβούν τις επιρροές τους και τις παραδόσεις , να προοδεύσουν κρατώντας την ταυτότητα τους, δίνουν μια ιδιαίτερη δυναμική στο “Ecim” και το καθιστούν ξεχωριστό.
Album σαν το “Ecim” που δεν έχουν καμία σχέση με τον σημερινό εφησυχασμό και την στασιμότητα του post-rock, μας υπενθυμίζουν ότι το κίνημα αυτό στηρίχτηκε σε album καινοτόμα και πειραματικά, με ζήλο για την εξέλιξη και την διαφορετικότητα. Ισως αν δεν υπήρχε η μεγαλη σκια του Spiderland των Slint την ιδια χρονια το album να ειχε μεγαλυτερη αναγνωρισιμότητα σημερα.